Το Σάββατο, 19 Μαίου, ο Γιώργος Κουμεντάκης παρουσιάζει το έργο του “Το χρώμα του ήχου είναι λευκό”, στο Τζαμί Ιμπραήμ Χαν, στην Φορτέτζα, στο Ρέθυμνο. Στα πλαίσια της συναυλίας θα υπάρξει βράβευση του απο το Πρότυπο Πειραματικό Γυμνασίου Ρεθύμνου
Λίγα λόγια για τους συντελεστές και για το έργο:
Ο Guido de Flaviis στο σαξόφωνο, ο Κωνσταντίνος Ράπτης στο bajan και o Γεράσιμος Τζαγκαράκης στα κρουστά θα παίξουν μουσική των συνθετών: Γιώργου Κουμεντάκη, Γιώργου Κυριακάκη, Astor Piazzolla, Markus Leoson, Gert Mortensen, Gauthreux, Eckhard Kopetzki, Chick Corea, Vlasov και J.S.Bach. Το πρόγραμμα επέλεξε και επιμελήθηκε ο Γ. Κουμεντάκης
“Τη δεκαετία του ’90 και ύστερα από μια εξοντωτική περιπλάνηση στον ευρωπαϊκό μοντερνισμό και τα συναφή κινήματα, αισθάνθηκα την ανάγκη να το σκάσω από το μουσικό γκέτο και το περιθώριο ενός συστήματος που διέγραφε ένδοξα τον πιο στείρο ακαδημαϊσμό στην ιστορία της μουσικής. Ακολούθησα λοιπόν συνειδητά την πορεία λίγων την εποχή εκείνη (αλλά περισσότερων τώρα) συνθετών, που προσπάθησαν να ενταχθούν και με διστακτικά βήματα να βρουν μια θέση στα πρόγραμμα των δυτικών, και όχι μόνον, ορχηστρών. Μια θέση στις μουσικές του κόσμου. Μια θέση σε πολυσυλλεκτικά προγράμματα, στον αντίποδα της σύγχρονης «πρωτοποριακής» μουσικής, που υπάρχει συνήθως μέσω των όμοιων της.
Η αναζήτηση της προσωπικής μου ταυτότητας, με έφερε κοντά στην ελληνική παραδοσιακή μουσική. Είδα την ελληνική γη ως ένα ενιαίο πολιτιστικό κέντρο μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Στο σημείο αυτό συναντιόνται τρεις ήπειροι και ένας τεράστιος αριθμός μουσικών ειδών με επιρροές από την αραβοπερσική, βαλκανική και ευρωπαϊκή μουσική παράδοση. Υπογείως όλα αυτά τα ρεύματα συνδέονται και συνυπάρχουν εδώ και πολλούς αιώνες. Με απασχολεί λοιπόν το πώς ένα μουσικό σύστημα, όπως η παραδοσιακή μουσική, θα μπορούσε να αναδιατυπωθεί σε μια στερεή ένωση φαινομενικά ετερόκλητων στοιχείων και ιδιωμάτων, που συναντιόνται μέσα στο χρόνο, άσχετα από την περιορισμένη τοπική τους καταγωγή.
Προσωπικά ακολουθώ δύο τρόπους επεξεργασίας του παραδοσιακού μουσικού υλικού. Ο πρώτος, και λιγότερο συχνός, είναι να παίρνω ένα κομμάτι ατόφιο από την παράδοση, να συνειδητοποιώ την αξία και τη δύναμή του και να προσπαθώ να το δω από διαφορετική οπτική γωνία. Ο δεύτερος τρόπος είναι να αφήνω αυτό το υλικό να αναδυθεί από τη μνήμη και να προσπαθώ να το ανασυντάξω μέσα από ότι έχει φτάσει σε μένα ως χρώμα, ως παλμός και ως ενέργεια. Δεν αναπαράγω την ίδια τη μελωδία αλλά τα αδιόρατα αποτυπώματα που άφησε στο πέρασμά της. Αυτός ο δρόμος είναι ένα βύθισμα στην ενστικτώδη, στην ασυνείδητη πλευρά της παράδοσης. Η καταγραφή γίνεται αβίαστα και εκεί χρειάζεται καλή σχέση με το χρόνο και με τους ήχους. Είναι μια ιεροτελεστία που αναδεικνύει τη δύναμη του πρωτόγονου ήχου, την εμμονή σε μικρές επαναλαμβανόμενες μονάδες γεμάτες χρώματα και μυστικισμό.
Πως μπορεί να ακούγεται ένα τανγκό του Piazzolla στο σαξόφωνο, μια φούγκα του Bach στο bajan, τα παιδικά τραγούδια του Chick Corea στο σαξόφωνο και στο bajan ή 4 παραδοσιακοί χοροί από το δικό μου “Αθόρυβο Πάτημα της Αρκούδας” στα κρουστά, στο σαξόφωνο και στο bajan;
Πως συνδυάζεται ένα έργο για ταμπούρο του Markus Leoson ή των Gert Mortensen και Eckhard Kopetzki με το σόλο bajan του Vlasov η τη δική μου “Μεσόγειο Έρημο” και το “Μη με Λησμόνει” με ένα τραγούδι ανωνύμου συνθέτη του Μεσαίωνα και με ένα έργο του συντοπίτη μας Γ. Κυριακάκη; Πιστεύουμε ότι η μουσική έχει τη δύναμη να συνδυάζει και να αφομοιώνει χωρίς προκατάληψη διαφορετικά ιδιώματα και γλώσσες. Γι αυτό θα προσπαθήσουμε να πλησιάσουμε διαφορετικές μουσικές από διαφορετικά μέρη, με ένα ασυνήθιστο συνδυασμό οργάνων”